top of page

Ένα Βυζαντινό ποίημα για τον Ταμερλάνο

  • Εικόνα συγγραφέα: Byzantine Tales
    Byzantine Tales
  • πριν από 15 ώρες
  • διαβάστηκε 3 λεπτά
ree

Ο «Θρήνος περί Ταμυρλάγγου» είναι ένα βυζαντινό ποίημα του 1403 που αφηγείται τις φρικαλεότητες που προκάλεσε η κυριολεκτικά ασταμάτητη πολεμική μηχανή του Ταμερλάνου στη Μικρά Ασία και το γεγονός ότι εξαιτίας αυτής της εισβολής διακόπηκε η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τον Οθωμανό Σουλτάνο Βαγιαζήτ.



Παρακάτω σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση το ποίημα:



«Πώς να μιλήσω για την αρχή, πώς να την ονομάσω, εκείνη την άδικη συμφορά της Ανατολής;

Και πώς να διηγηθώ με τα γραπτά μου,

όσα είδαν τα μάτια μου και όσα έπαθε το σώμα μου από τους σκληρούς Σκύθες! Μου άρπαξαν τον πατέρα.

Ο νους μου ταράζεται και μπερδεύεται η σκέψη μου όταν θυμάμαι εκείνη την ημέρα.

Με το θαύμα όμως της Παναγίας, πρόκειται να διηγηθώ τη χάρη της αγνής: πώς με τη βοήθειά της σωθήκαμε από εκείνη τη θλίψη.

Όταν ο αυτοκράτορας Μανουήλ Παλαιολόγος κρατούσε τα σκήπτρα των Ρωμαίων, δηλαδή την εξουσία,

τότε σηκώθηκε εναντίον του ένας απόγονος της Άγαρ, με το όνομα Παγιαζίτ, περήφανος και αλαζόνας στα λόγια, που τον περικύκλωσε μέσα στη Νέα Ρώμη.

Και τα περίχωρα της πόλης, τις χώρες των Ρωμαίων, τα ξερίζωσε από τα θεμέλια και τα μετέφερε αλλού, απειλώντας με βαριές κατάρες:

«Όταν πάρω αυτήν την πόλη,

θα γκρεμίσω πρώτα τα τείχη της,

θα κατεδαφίσω το ναό της ως τα θεμέλια,

και την Αγία Σοφία θα την κάνω τζαμί.

Τη νεολαία κάτω από τριάντα χρονών

θα τη θυσιάσω στον προφήτη Μωάμεθ,

όχι μόνο της Δύσης, αλλά και της Ανατολής.

Τους μεγαλύτερους από τριάντα θα τους σφάξω με μαχαίρι, αυτούς που λένε πως έχουν τον Θεό ή τον Μεσσία, αυτούς στους οποίους ελπίζουν, ομολογώντας τον Χριστό,

και θα σβήσω από τη γη το όνομα των Ρωμαίων».

Ύστερα από τρία χρόνια και παραπάνω,

ο βασιλιάς έφυγε από εκεί για να σκεφτεί τι έπρεπε να κάνει. Και πάλι στήριξε την Βασιλεύουσα με την πίστη, όπως έκανε ο Αβραάμ.Μέσα στην πόλη άφησε τον ανιψιό του βασιλιά. Στους δρόμους όμως ήταν σκορπισμένα πτώματα από την πείνα,

γι’αυτούς ήταν και σπίτια και τάφοι.

Ο πανεύσπλαχνος Θεός, βλέποντας όλα αυτά, έσκυψε από τον ουρανό, κι όταν είδε την άμπελο, έστειλε στρατηγό γίγαντα, με το όνομα Τιμούρ, Πέρση στην καταγωγή, ανδρείο στις μάχες. Και μπήκε σε πόλεμο με τον Παγιαζίτ.

Αμέσως τον συνέλαβε ο ήρωας Ταμερλάνος,

τον έπιασε από τα γένια και τον πήγε στον παππού του. Σκόρπισε το στράτευμά του, κι οι πέντε γιοι του τράπηκαν σε φυγή.

Ο Ταμερλάνος απλώθηκε σε όλο τον τόπο του, και λεηλατούσε, έσφαζε και σκότωνε.

Ιδιαίτερα μοναχούς και ιερομονάχους:

άλλους τους έβαλε σε σούβλες και τους έκαψε, κεφάλια γερόντων κόπηκαν και σωριάστηκαν στο χώμα. Άλλους τους καταδίκαζαν να καταπιούν αναμμένα κάρβουνα, άλλους τους έριχναν σε καζάνια με καυτό λάδι, δεμένους χέρια και πόδια, με το κεφάλι προς τα κάτω, και τους ανάγκαζαν να πίνουν, ενώ τους έριχναν καυτή στάχτη στο πρόσωπο.

Τα μοναστήρια τα μόλυναν βαριά, και τις μοναχές τις βίαζαν, τις έσυραν σαν γυναίκες και άντρες ταυτόχρονα. Γέροντες εξήντα χρονών και πάνω, ακόμα και βρέφη δύο ή τριών μηνών, τους άρπαζαν, τους ξεχώριζαν, τους έριχναν στο χώμα. Έσφιγγαν με τα χέρια τους τις εγκύους, σκότωναν το έμβρυο και τις ανάγκαζαν να γεννήσουν πρόωρα,

και χτυπούσαν τις μητέρες να τρέξουν.

Τους άντρες που ήθελαν να ακολουθήσουν τις γυναίκες τους, επειδή κατά τον λόγο του Θεού είναι «μία σάρκα», οι βάρβαροι τους χτυπούσαν ανελέητα με το σπαθί.

Άλλο αισχρό κακό εφηύραν: βεβήλωναν τις συζύγους μπροστά στα μάτια τους, όχι μόνο των λαϊκών, αλλά και των ιερέων.

Βίαζαν και τα παιδιά τους, αρσενικά και θηλυκά, κι εκείνοι ήταν δεμένοι χέρια και πόδια, βλέποντας μπροστά τους τέτοια συμφορά, και ξεψυχούσαν από την φρίκη.

Ο ένας μετά τον άλλο περνούσε,

ως ότου γέμισαν τριάντα και παραπάνω θύματα. Τους άρχοντες τούς πότιζαν χολή και ακαθαρσίες, τους κρέμαγαν ανάποδα από τα πόδια και τους κάπνιζαν με άχυρο.

Και τι να πω για τα πολλά, γιατί να μακρύνω

το σώμα και την πορεία της αφήγησής μου;

Δάκρυα έρρεαν σαν ποτάμια από τη συμφορά, χείμαρροι βγήκαν από τα μάτια των ανθρώπων. Οι νέοι χύνονταν στη γη σαν ρέματα αίματος, ξεκοιλιασμένοι και με κομμένα χέρια. Κι άλλα πολλά έκαναν οι άθεοι.

Ας μείνουν λοιπόν αυτά που έκαναν εκείνοι,

κι εγώ είμαι έτοιμος να διηγηθώ το μέγιστο θαύμα: πώς είδα μπροστά στα μάτια μου τα παιδιά της Άγαρ να βλέπουν την ίδια την Οδηγήτρια – κι ήταν μέσα στην πόλη –,

να βλέπουν το ίδιο το εικονισμένο της σχήμα

μπροστά στον αυτοκράτορα, κι εκείνη τον παρέδωσε στα χέρια του εχθρού του,

κι έτσι ματαιώθηκε η ολική άλωση που ποθούσαν οι εχθροί. Και η μαρτυρία των εχθρών είναι πιο αξιόπιστη, όπως είπε ο Απόστολος και ιερός Προφήτης.»


Comments


Επικοινωνήστε

μαζί μας:

Mail: cnscomix@gmail.com

Tel.: +306989608048, +306944719834

Ακολουθήστε μας στα Social Media.
 

  • Facebook
  • Twitter
  • YouTube
  • Instagram
  • Pinterest

Byzantine. Tales©  All Right Reserved.

bottom of page